Sunday 6 April 2014

Θέματα βιβλιοκριτικής, βιβλιοθηκονομίας, βιβλιοψύχωσης και λοιπών βιβλιοπροβληματισμών.

Αυτά είναι κάποια από τα καυτά ζητήματα που πολύ συχνά ταλανίζουν κι εμέ, γνήσιο παιδί του πρώτου κόσμου. Όπως π.χ. το κατά πώς θα οργανώσεις τη βιβλιοθήκη σου, αλφαβητικά, χρονολογικά, εθνολογικά ή ακόμα και χρωματικά; Το τελευταίο το αναφέρω κυρίως ορμώμενη από ένα πρόσφατο περιστατικό στο βιβλιοπωλείο όπου κάποιος αγόρασε βιβλία αξίας εξήντα λιρών και όλα ήταν διαφορετικού μεγέθους μεν, του ιδίου χρώματος δε (αυτό το παλιακό ξεπλυμένο μπορντοροδοκόκκινο) και ομολόγησε ότι τα πήρε για διακοσμητικούς λόγους. Για να επανέλθουμε όμως, το πώς να οργανώσεις μια βιβλιοθήκη είναι όντως ένα ζήτημα και λόγος εποικοδομητικών συγκρούσεων με τον εκάστοτε συγκάτοικό σου.  

Αυτό είναι το θέμα με το οποίο ασχολείται και η Anne Fadiman στο πρώτο διήγημα της συλλογής “Ex Libris” την οποία διάβασα πρόσφατα. Με πολύ άμεσο και καθημερινό λόγο περιγράφει το πώς η ίδια η συγγραφέας κι ο άντρας της αποφάσισαν μετά από κάποια χρόνια σχέσης και συγκατοίκησης να ενώσουν τις πλούσιες συλλογές τους. Συγκρούσεις, διαφωνίες, τσακωμοί μέχρι και σκέψεις διαζυγιού (κάπως υπερβολικό) για να καταλήξουν σε αμοιβαίους συμβιβασμούς και στην αίσθηση ότι τελικά η ένωση των βιβλιοσυλλογών τους σημαίνει και τη δική τους.

Σε αυτή τη συλλογή υπάρχουν 18 σύντομα διηγήματα, όλα αυτοβιογραφικά από τα οποία τα 7 μου φάνηκαν αρκετά ευχάριστα ή ενδιαφέροντα ή απλώς χαριτωμένα ή έστω συμπαθητικά. Ένα από αυτά μιλάει για το άλλο φοβερό θέμα της «κακομεταχείρισης» ενός βιβλίου. Παλιότερα όταν διάβαζα ένα βιβλίο σχεδόν δεν έβλεπα το τέλος της κάθε αράδας ή την αρχή της, μιας και δεν ήθελα να «σπάσω» τη ράχη και έτσι το βιβλίο όσο το διάβαζα έμενε μισόκλειστο. Επίσης, πάντα χρησιμοποιούσα σελιδοδείκτες για να μην τσακίζω τη σελίδα αλλά και ποτέ δεν άφηνα το βιβλίο ανοιχτό ανάποδα στο τραπέζι. Ε, όλα αυτά με τον καιρό τα ξεπέρασα. Εξαρτάται βέβαια και το βιβλίο, αν μιλάμε για κόμικ ή βιβλίο τέχνης με εικονογράφηση, φυσικά και θα το προσέξω παραπάνω. Κατά τα άλλα και τσαλακώνω σελίδες και σημειώνω και σπάω ράχες και γεμίζω άμμο μυθιστορήματα και όλα τα κάνω, μιας και όπως λέει η Αννούλα η χρήση ενός βιβλίου είναι δείγμα οικειότητας και όχι έλλειψης σεβασμού προς αυτό!

Ένα άλλο διήγημα από αυτά που μου άρεσαν μιλάει για την μανία ορισμένων ανθρώπων να διορθώνουν τη σύνταξη και την ορθογραφία σε ό,τι και να διαβάζουν, από εφημερίδα μέχρι κουτί δημητριακών. Αυτό το βρήκα διασκεδαστικό μιας και ξέρω 2-3 τέτοιους ανθρώπους και το κάνω κι εγώ σε μικρότερο βαθμό. Ένα άλλο μιλάει για τη μανία της υποσημείωσης που μπορεί να καταλήξει στην υπερβολή, άλλο για την κληρονομικότητα στη βιβλιοφιλία, άλλο για τα βιβλιοπωλεία με μεταχειρισμένα βιβλία κ.ο.κ. Το σοκ και η αρνητική διάθεση προς το βιβλίο ξεκίνησε όταν διάβασα την εξής πρόταση: το μόνο «σκουπίδι» στη βιβλιοθήκη του πατέρα μου ήταν τα βιβλία επιστημονικής φαντασίας. Όχι ότι είμαι ο πιο πιστός και γνώστης φαν του είδους, αλλά ό,τι έχω διαβάσει σε καμία περίπτωση δεν θεωρώ ότι είναι σκουπίδι. Ρωτήστε και κάποιους - αρκετούς φίλους μου.

Εν κατακλείδι φυσικά και μου άρεσαν κάποια κείμενα και ταυτίστηκα σε σημεία, αλλά το ύφος της Fadiman είναι λίγο ψωνισμένο. Μιας και το βιβλίο είναι αυτοβιογραφικό, μέχρι το τέλος είχα πια κουραστεί να διαβάζω για το πόσο φοβερή είναι όλη η οικογένειά της και πόσο πολύ αγαπούν τα βιβλία. Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι όποιος δεν διαβάζει, από μικρός μέχρι το προτελευταίο στάδιο τύφλωσης (όπως ο πατέρας της), καλύτερα να πέσει στον Καιάδα. Βρίσκω ότι κάνει την έξυπνη, χρησιμοποιεί αρκετά εξεζητημένο λεξιλόγιο και προσπαθεί να γίνει αστεία μέσα από έναν ελιτισμό του έμπειρου αναγνώστη απέναντι σε όλους τους άλλους κοινούς θνητούς. Τα είπα και ησύχασα!