Tuesday 17 November 2020

Το χάρτινο σπίτι - Carlos Maria Dominguez

Θα μπω κατευθείνα στο θέμα όπως άλλωστε κάνει κι ο συγγραφέας και ίσως γι' αυτό καταφέρνει να τα πει όλα σε 107 μόλις σελίδες. Η Μπλούμα έκανε τη διατριβή της στον Τζόζεφ Κόνραντ. Ο αφηγητής μας παραλαμβάνει ένα αντίγραφο της Γραμμης της Σκιάς με ίχνη τσιμέντου στο εξώφυλλο, που η Μπλούμα δύο χρόνια πριν το θάνατό της είχε δώσει σε κάποιον και τώρα της το επέστρεφε. Με αφορμή αυτό ξεκινάει ένα ταξίδι αναζήτησης του αποστολέα του βιβλίου αλλά ταυτόχρονα και ένα μυθιστόρημα για την αγάπη προς τα βιβλία, την επίδραση που μπορούν να έχουν στη ζωή μας αλλά και για πιο πρακτικά ζητήματα όπως τα προβλήματα χωροταξίας και οργάνωσης μιας βιβλιοθήκης. Το χάρτινο σπίτι τα συνδυάζει όλα και γι' αυτό είναι από τα καλύτερα βιβλιοφιλικά μυθιστορήματα.

Έχει τύχει να διαβάζω περπατώντας στο δρόμο κυρίως όταν ήταν τόσο καλό ένα βιβλίο που δεν μπορούσα να το αφήσω βγαίνοντας από το μετρό, αλλά γρήγορα συνειδητοποιούσα ότι ήταν επικίνδυνο για μένα κι ίσως φαινόταν επιτηδευμένο ή αστείο για τους γύρω μου και σταματούσα. Τίποτα από αυτά δεν σταμάτησε τη Μπλούμα που είχε πέσει με τα μούτρα στη συλλογή ποιημάτων της Έμιλυ Ντίκινσον κι έτσι τη χτύπησε θανατηφόρα ένα αυτοκίνητο.

Το βιβλίο μας πηγαίνει από το Κέιμπριτζ, στο Μπουένος Άιρες κι από κει στο Μοντεβιδέο με ενδιάμεσο σταθμό το Μοντερρέι του Μεξικού. Κάπου εκεί ανάμεσα ο αφηγητής μάς λέει πως δεν μπορεί να ξεφορτωθεί βιβλία που είναι πολύ πιθανό να μην ξανανοίξει για πάρα πολλά χρόνια ή και ποτέ. Είναι στιγμές της ζωής μας ή εικόνες ή απλώς κάποιο συναίσθημα που προκαλούν με το που τα κοιτάμε ή «μια αλλοτινή και χαμένη ίσως συγκίνηση». Εννοείται πως υπάρχουν πολλά τέτοια βιβλία και στη δική μου βιβλιοθήκη: Πώς θα μπορούσα ποτέ να δώσω τα βιβλία που τα βλέπω και θυμάμαι τη γιαγιά μου να τα διαβάζει ή ακόμα περισσότερο αυτά που η ίδια είχε βιβλιοδέσει νεότερη ή το βιβλίο του Αδαμάντιου Λεμού που τόσο η μαμά μου αγαπούσε την κόρη του. Πολλές, πολλές οικογενειακές ιστορίες σε κάθε βιβλιοθήκη.

Ο Μπράουερ (ο αποστολέας της Γραμμής της Σκιάς) και ο Ντελγάδο είναι δύο βιβλιόφιλοι βιβλιοφάγοι με εντελώς διαφορετική συμπεριφορά αλλά με χιλιάδες τόμους και οι δύο στην κατοχή τους. Ο πρώτος γεμίζει κάθε σπιθαμή του σπιτιού του και αγοράζει συνέχεια χωρίς όμως να τα πολυφροντίζει και σημειώνει και πάνω τους όσο διαβάζει. Ο δεύτερος ξοδεύει στη συντήρηση πολλά, βάζει τζαμάκια στις βιβλιοθήκες και εντομοαπωθητικό στις παραγγελίες της ξυλείας και όσο τα διαβάζει σημειώνει σε ξεχωριστά χαρτιά που μετά τα πετάει γιατί θεωρεί πως δεν θα ενδιαφέρουν κανέναν άλλον. Η ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευση -από το ότι δεν σημειώνει στα βιβλία του- έρχεται όταν μαθαίνουμε ότι δεν ζει καν μαζί τους για να μη λερωθούν από τη ζωή του σπιτιού. Σαφώς τείνω προς τον πρώτο αρχικά αλλά λίγο παρακάτω διαβάζω ότι ο Μπράουερ είχε άπειρα ζωύφια στις βιβλιοθήκες του και αλλάζω γνώμη. Είχε ψαράκι (ένα σιχαμένο εξάποδο έντομο), σκόρο, σκόνη και αράχνες, εγώ προς το παρόν στα λιγοστά βιβλία μου μόνο σκόνη… πάλι καλά!

Ο Μπράουερ ένιωσε το βάρος των ατελείωτων βιβλίων του όταν έπρεπε να μετακομίσει. Ενώ εγώ που είχα στην κατοχή μου μία περίοδο γύρω στα 200 μόνο βιβλία και μετακόμισα 3 φορές μέσα σε τέσσερα χρόνια, ανυπομονούσα να τα βάλω κάθε χρόνο στα κουτάκια τους και μετά να τα ξεσκονίσω και να τα τακτοποιησώ στο καινούριο τους σπίτι. Στα πολλά βιβλία λέει ο ήρωας το αρχείο είναι απαραίτητο. Εγώ θα προσθέσω και στα λίγα, γιατί όχι, μάρτυρας το excelάκι μου σε γραμματοσειρά comic sans κι ας με κοροϊδεύουν κάποιοι. Είναι κι αυτός άλλος ένας που δεν βάζει στο ίδιο ράφι δύο μαλωμένους συγγραφείς. Ο Μπόρχες και ο Λόρκα μακριά ο ένας από τον άλλο όπως και ο Σαίξπηρ με τον Μάρλοου. Ο Μάρτιν Έιμις μακριά από τον Τζούλιαν Μπαρνς και ο Βάργκας Λιόσα ούτε που να βλέπει τον Μάρκες. Στη δική μου βιβλιοθήκη μεσολαβούν 9 βιβλία ανάμεσα στον Έιμις και τον Μπαρνς, είναι άραγε αρκετά;

Το μεγαλόπνοο και χρονοβόρο έργο της καταγραφής των 20.000 ψαροφαγωμένων τόμων του Μπράουερ καταστρέφεται από μια φωτιά, έναν από τους μεγάλους εφιάλτες των βιβλιοφάγων και προφανώς όλων των ανθρώπων. Παρατάει το πλάνο της καταγραφής, πουλάει το σπίτι του και πάει στο Μεξικό, όπου γνωρίζει την Μπλούμα και ξεκινάει κι η ιστορία με τη Γραμμή της Σκιάς. Μετά αποφασίζει να εγκατασταθεί στην Λα Παλόμα, στη μέση του πουθενά και φορτηγά ολόκληρα μεταφέρουν το θησαυρό του. Εκεί, στις όχθες της λίμνης χτίζει την καλύβα του από αυτά. Εδώ μπορούμε να σκεφτούμε την τεράστια χρηστική αξία του βιβλίου που μπορεί να λειτουργήσει σαν μαξιλάρι στη σκηνή του κάμπινγκ, σαν σφήνα για την πόρτα που δεν κάθεται με τίποτα ανοικτή, σαν ανυψωτικό στήριγμα για το λάπτοπ, σκαλοπάτι για τα ψηλότερα ράφια, ισιωτικό για την καινούρια αφίσα μέχρι τελικά και ως τούβλο για τον ήρωα του Χάρτινου Σπιτιού. Τσιμεντώθηκαν τα βιβλία σαν τη γυναίκα του πρωτομάστορα. Το λέει ο τίτλος του βιβλίου, το λέει κι ο ίδιος ξεκάθαρα: «Τα βιβλία είναι το σπίτι μου». Τελικά ψάχνοντας τη Γραμμή της Σκιάς να τη στείλει πίσω στη Μπλούμα που τη χρειάζεται για τη διατριβή της, καταστρέφει το σπίτι του και αποχαιρετά οριστικά όλα του τα βιβλία.

Πολύ ωραίο μυθιστόρημα, βιβλιοφιλικό, μυστηριώδες. Είναι μόνο 107 σελίδες και διαβάζεται εύκολα αν και εννοείται πως για άλλη μία φορά τα πολλά ονόματα που αναφέρει μπορεί λίγο να κουράσουν. Δημιουργείται μία ατμόσφαιρα μυστηρίου και ως αναγνώστης έχεις λίγη αγωνία πού στο καλό είναι ο Μπράουερ και γιατί υπάρχει αυτό το τσιμέντο στη Γραμμή της Σκιάς! Το μέγεθός του είναι ό,τι πρέπει και αν και μπορεί να μοιάσει κάπως βιαστικό το κλείσιμο εγώ θεωρώ πως ό,τι έχει να πει το λέει, δεν θέλει να μας αναλύσει παραπάνω την ψυχοσύνθεση του Μπράουερ. Είναι μυθιστόρημα που δεν έχει σκοπό να πείσει τον αναγνώστη να διαβάζει, απλά σε βάζει σε αυτόν τον κόσμο που τα βιβλία είναι για κάποιους ανθρώπους η ίδια τους η ζωή ή ο θάνατός τους.

Wednesday 17 June 2020

«Να βαδίζεις με γυμνά πόδια πάνω στις λέξεις που διαβάζεις» Elaine Egui


Ήρθε η ώρα να προστεθεί στη συλλογή μου «βιβλία για βιβλία» κι ένα Έλληνα συγγραφέα, του Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου. «Το εικοσιτε-τράωρο ενός αναγνώστη» διαβάζεται γρήγορα, ευχάριστα, και είναι γεμάτο χιούμορ και προσωπικά στοιχεία, ένα ύφος γραψίματος που μου αρέσει πολύ.

Το 24ωρο ενός αναγνώστη - Γιαννακόπουλος Χαράλαμπος | Public βιβλίαΞεκινά περιγράφοντας τον ιδανικό αναγνώστη σύμφωνα με τον Albert Manguel ανοίγοντας αμέσως την κουβέντα απλά και αβίαστα. Μιλάει για την ιδανική θέση του αναγνώστη και αμέσως μετακομίζω από την καρέκλα του γραφείου στην αγαπημένη μου μπερζέρα. Ταυτίζομαι με τον αναγνώστη που κρίνει ένα βιβλίο από το εξώφυλλό του ακόμα κι αν καμιά φορά ντρέπομαι να το παραδεχτώ. Χαμογελάω κρυφά μετρώντας τα βιβλία μου ενώ ο ιδανικός δεν το κάνει ποτέ αυτό και αναρωτιέμαι πώς περηφανεύεται στους φίλους του.

Στο εικοσιτετράωρο του Χαράλαμπου περνάνε τουλάχιστον 4 βιβλία από τα χέρια του αλλά φυσικά παραδέχεται πως δεν είναι όλα τα βιβλία για όλες τις ώρες και όλα τα μέρη και αυτό δικαιολογεί την ταυτόχρονη ανάγνωση πολλών ή την ύπαρξη αγαπημένων αναγνωσμάτων στα οποία πάντα επιστρέφεις. Μία περίοδο διάβαζα, όποτε δεν ένιωθα καλά, Αστερίξ (κάπως διαφορετικό από τον Δον Κιχώτη ή τα ποιήματα του Ουράνη στα οποία προστρέχει ο Χαράλαμπος). Φυσικά υπάρχουν και στιγμές που δεν μπορώ να διαβάσω τίποτα, σαν την Αννούλα την Καρένινα που δεν μπορεί να συγκεντρωθεί στο βιβλίο της γιατί σκέφτεται τον Βρόνσκι (η).

Οι λόγοι για τους οποίους αγοράζεις ένα βιβλίο ποικίλουν: ωραίο εξώφυλλο, όλοι μιλούν για αυτό, δεύτερη ευκαιρία σε συγγραφέα που δεν άρεσε, μεγάλος τίτλος, σε ταξίδι βιβλίο αναμνηστικό ή βιβλίο σε προσφορά, χωρίς βιβλίο στην τσάντα (πανικός), σύσταση ενός συγγραφέα, σύσταση ενός φίλου, σύσταση του βιβλιοπώλη, τελείωσαν τα βιβλία στις διακοπές κ.α. Πέρσι στην Αστυπάλαια το Σεπτέμβρη, διαβάζοντας το τελευταίο βιβλίο του Coe, με τρόμο συνειδητοποιώ ότι τελειώνει χωρίς να έχουν τελειώσει οι διακοπές. Στήνω καραούλι μέχρι να ανοίξει το μοναδικό χαρτοπωλείο-φωτοτυπίες-δύο ράφια βιβλιοπωλείο και δυστυχώς δεν βρίσκω τίποτα που να με τραβάει. Ανακαλύπτω την εξαιρετική βιβλιοθήκη του νησιού που βρίσκεται μέσα σε έναν από τους παλιούς μύλους της αλλά, μιας και είναι Σεπτέμβρης, τη βρίσκω ανοιχτή το τελευταίο βράδυ στο νησί. Ευτυχώς, έσωσε τις διακοπές η φίλη Λώρα που κατέφτασε στο νησί την τρίτη μέρα και μου δάνεισε το ένα από τα δύο βιβλία που είχε φέρει μαζί της. Ήταν το ημερολόγιο της Carrie Fisher (ναι, της Princess Leia) που ποτέ δεν θα αγόραζα αλλά που πολύ ευχάριστα διαβάστηκε στις παραλίες της Αστυπάλαιας.

Η Αστυπάλαια της Τέρψης, της Στέλλας και της Φωτεινής - ΑΠΕ-ΜΠΕΜία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις, που λέει κι ο Χαράλαμπος, είναι το ποια βιβλία παίρνει κανείς μαζί του όταν πρόκειται να φύγει από το σπίτι, είτε για την αναμονή στο γιατρό είτε για τις πολυήμερες διακοπές. Σημαντική απόφαση το ποια, αλλά και το πόσα μιας και είναι βαριά τα άτιμα. Άγχος και ηδονή! Τι καλύτερο από το να διαβάζεις στη Νέα Υόρκη το New York Trilogy και το On the road κάπου στο δρόμο. Μου άρεσε πολύ το κομμάτι για την ανάγνωση σε καφετέριες όπου οι διάφοροι ήχοι και εικόνες αποκλείονται εντελώς όταν αφοσιώνεται κανείς στην ανάγνωση ή λειτουργούν σαν ευχάριστο διάλειμμα και ανακούφιση την κατάλληλη στιγμή.

Ο Χαράλαμπος αγοράζει βιβλία που έχουν άκοπες σελίδες για τη χαρά της κοπής τους. Έχει αυτή η διαδικασία τη χάρη της, δε λέω, αλλά προσωπικά δεν τρελαίνομαι μιας και όπως λέει κι ο ίδιος καταλήγεις πολύ συχνά να μην το κάνεις με τον χαρτοκόπτη αλλά με ό,τι βρεθεί μπροστά σου, με ολέθριο αποτέλεσμα για το βιβλίο. Πρόσφατα το έκανα σε ένα βιβλίο από εκδόσεις Νεφέλη και μετά την πρώτη χαρά της απτής επέμβασης στο βιβλίο, άρχισα να αναρωτιέμαι για άλλη μία φορά γιατί το κάνουν αυτό ακόμα κάποιοι εκδοτικοί οίκοι.

Σύμφωνα με το συγγραφέα αλλά και πολλούς άλλους το ιδανικό βιβλιοπωλείο δεν υπάρχει. Κι όμως τα περισσότερα χαρακτηριστικά από αυτά που περιγράφει νιώθω πως τα έχω συναντήσει κατά καιρούς. Μπορεί το ιδανικό βιβλιοπωλείο να είναι ο συνδυασμός όλων των αγαπημένων σου βιβλιοπωλείων. Σε πολύ μεγάλο ποσοστό περιέγραφε το βιβλιοπωλείο που δούλευα για τρία χρόνια στην Αγγλία κι ενώ ήξερα πόσο τυχερή ήμουν που δούλευα εκεί, δεν είχα συνειδητοποιήσει  πόσο τυχεροί ήταν κι οι πελάτες που μας είχαν.

Ακολουθεί ολόκληρο κεφάλαιο τιτλοφορούμενο «Μόνο οι ανόητοι δανείζουν βιβλία»! Χα! Ακόμα κλαίμε οικογενειακώς τα Αστερίξ και Λούκυ Λουκ που δάνεισε πριν από τριάντα χρόνια ο αδελφός μου σε ένα φίλο του. Και μιας και δε βάζουμε μυαλό, ακόμα μοιραζόμαστε ιστορίες για άβολους διαλόγους με φίλους όπου αναγκαστήκαμε να γίνουμε πιεστικοί για να μας επιστρέψουν τα βιβλία μας. Πρόσφατα υιοθέτησα τη συνήθεια μόλις το δανείζω να γράφω μέσα το όνομά μου, μην τυχόν και αυτό συγκινήσει κάποιον. Ο Χαράλαμπος λέει πως δεν δανείζει, μόνο χαρίζει, το ίδιο είχε πει κι ο Zaid (βλ. το προηγούμενο κείμενο στο παρόν blog). Εγώ και σε αυτό δυσκολεύομαι πολύ.

Μας δίνει και συμβουλές για το πώς να διαβάζουμε αλλά δεν έχει το διδακτικό, ελιτίστικο και ψηλομύτικο ύφος που έχουν άλλοι. Είναι βασική αυτή η διαφορά του με άλλους συγγραφείς τέτοιων βιβλίων το ότι είναι γραμμένο με τρόπο που φαίνονται οι γνώσεις του και η τεράστια αναγνωστική του εμπειρία αλλά, τουλάχιστον εμένα, δε με κάνει να νιώθω μειονεκτικά που δεν έχω διαβάσει τόσα βιβλία όσα αυτός και μόνο μου ανοίγει την όρεξη για να συνεχίσω.

Με έπεισε να ανοίξω ένα βιβλίο στη τύχη τη νύχτα της επόμενης Πρωτοχρονιάς που μπορεί να επηρεάσει, να στιγματίσει τη χρονιά ή και όχι. Μιλάει για διάφορες new years αναγνωστικές resolutions όπως το να διαβάζει κάθε μέρα του χρόνου λίγες σελίδες από το ίδιο βιβλίο. Για μένα τα τελευταία πολλά χρόνια πάντα η απόφαση έχει να κάνει με τον αριθμό των βιβλίων που θα διαβάσω, καθόλου πρωτότυπο. Άλλο θέμα που αγγίζει είναι το τι διαβάζουν οι συγγραφείς που αγαπάς. Απαντούν ειλικρινά ή μιλάνε μόνο για τα βιβλία που πρέπει να πουν για να φανούν ψαγμένοι ή για να προωθήσουν κάποιον φίλο τους ή κάποια έκδοση; Στην πραγματικότητα είμαι λιγότερο καχύποπτη και κακιά και έτσι σημείωσα κι εγώ καμιά δεκαριά από αυτά που αναφέρει ο Γιαννακόπουλος, ως καινούριος αγαπημένος συγγραφέας.

Συνολικά μου άρεσε πολύ. Μικρά κεφάλαια, έξυπνα κι ευχάριστα. Εύκολη ταύτιση. Μόνα αρνητικά ίσως μία μικρή επανάληψη κατά καιρούς, που μοιάζει να είναι αναπόφευκτη και η τουλάχιστον τριπλή αναφορά στη Σώτη! Εξαιρετικά χαριτωμένο λίγο πριν το τέλος του βιβλίου το ερωτηματολόγιο αναγνωστικής συμπεριφοράς που ανάλογα τις απαντήσεις σου σε κατατάσσει σε βιβλιόφιλο, βιβλιοφάγο ή βιβλιομανή. Βέβαια για να διαβάσει κανείς αυτό το βιβλίο μία βιβλιοφιλοφαγομανία την έχει έτσι κι αλλιώς.

Tuesday 28 April 2020

Τόσα πολλά βιβλία...

Η ανάγνωση είναι απόλαυση, μας ταξιδεύει σε άλλους τόπους, φέρνει χαλάρωση ή/και διασκέδαση αλλά μπορεί να είναι και πηγή κούρασης, ανίας, εξάντλησης, οργής ή τέλος πάντων όχι απόλαυσης. Διάβαζα καταναγκαστικά για το σχολείο ή το πανεπιστήμιο κείμενα και βιβλία ολόκληρα που δεν μου άρεσαν αλλά έπρεπε, γιατί ήταν μέρος της εξεταστέας ύλης. Αργότερα σε επαγγελματικό επίπεδο και πάλι έπρεπε να διαβάσω κείμενα που μου προκαλούσαν ανία (ή να δω βαρετές ταινίες) και το έκανα γιατί πληρωνόμουν. Άρα με αυτή τη λογική θα έπρεπε στον ελεύθερο χρόνο μου να διαβάζω μόνο ό,τι απολαμβάνω και να παρατάω στη μέση τα υπόλοιπα αφού κανείς δεν με εξετάζει σε αυτά ή δεν με πληρώνει.

Υπάρχει όμως ένας έντονος ψυχαναγκασμός σε μένα αλλά και σε πολλούς φίλους και γνωστούς να τελειώνουμε το βιβλίο που αρχίσαμε. Διάφορες δικαιολογίες προκύπτουν προκειμένου να συνεχίσουμε την αυτοκαταπίεσή μας: «Έχω φτάσει στη μέση και δεν μπορώ να το παρατήσω», «Μπορεί να βελτιωθεί στην πορεία», «Μα είναι τόσο κακό που θέλω να δω πού το πάει», «Μου το έκανε δώρο η θεία μου και θα προσβληθεί αν δεν το τελειώσω», «Το έχει γράψει η θεία μου και θα προσβληθεί αν δεν το τελειώσω.» «Πώς θα μπει στη λίστα με τα διαβασμένα αν δεν το τελειώσω» κ.α.  

Φυσικά ένας λόγος για να διαβάζει κανείς ακόμα και αυτά που δεν τον ευχαριστούν είναι η δυνατότητα να παινευτεί μετά στους φίλους ή όπου τύχει να συζητούν για τον «Οδυσσέα» του Τζόυς και να μπορεί να πει την άποψή του. Ευτυχώς πρόσφατα απόλαυσα πολύ το «Αδελφοί Καραμάζοφ» και έτσι μπορώ να παινεύομαι για αυτούς χωρίς να έχω υποφέρει.

So Many Books: Reading and Publishing in an Age of Abundance: Zaid ...Ο Gabriel Zaid στο «So many books» μιλάει για την τεράστια παραγωγή βιβλίων, μιας και όπως λέει κάθε τριάντα δευτερόλεπτα εκδίδεται ένα καινούριο βιβλίο, και για τον περιορισμένο χρόνο που έχουμε και άρα είναι σχεδόν αδύνατο να διαβάσουμε πάνω από το 0,01 της παγκόσμιας παραγωγής. Το βιβλίο αυτό επιμελήθηκε το 2003 οπότε όλα αυτά τα νούμερα που αναφέρει έχουν προφανώς αλλάξει με την παραγωγή να έχει σίγουρα διπλασιαστεί.

Η ζωή είναι μικρή, τα βιβλία είναι πολλά άρα θα πρότεινα να μην διαβάσετε το «So many books»! Αν δεν ήθελα να γράψω σώνει και καλά αυτό το κείμενο (άλλη μία προσωπική καταπίεση) θα το είχα σίγουρα παρατήσει στη μέση κι ας είναι μόνο 144 σελίδες.

Εξηγεί γιατί εκδίδονται τόσα πολλά βιβλία, κυρίως επειδή το κόστος ενός βιβλίου είναι πολύ μικρότερο από αυτό μιας ταινίας ή μιας εφημερίδας και άρα είναι πιο εύκολο να πάρει κανείς το ρίσκο. Αναφέρει πως η ανθρωπότητα γράφει περισσότερο από όσο διαβάζει και κατηγορεί αυτούς που γράφουν κακογραμμένα βιβλία λέγοντας ότι δεν θα έπρεπε να εκδίδονται καν. Ο ίδιος έχει εκδώσει πάνω από 30 βιβλία και κανείς δεν τον έχει σταματήσει. Ευτυχώς από την άλλη λέει πως είναι πολύ καλό που υπάρχει τόσο μεγάλη ποικιλία, διαφορετικότητα και πολυφωνία στο χώρο του βιβλίου και δεν εκδίδονται μόνο τα ευπώλητα αλλά η μεγάλη παραγωγή βιβλίων γίνεται εφαλτήριο για διάλογο, ζωντάνια και έμπνευση.  

Μιλάει πολύ για την τεχνολογία που έχει αναπτυχθεί -e-books, audio books, αγορές μέσω διαδικτύου- αλλά που ουσιαστικά δεν έχει καταφέρει να πλήξει το χώρο του βιβλίου και των βιβλιοπωλείων αλλά λειτουργούν συμπληρωματικά και μάλλον υπέρ του τυπωμένου βιβλίου. Ένα θέμα που έχουν θίξει πάρα πολλοί από το 2000 και μετά και μάλλον πιο επιτυχημένα από τον Zaid.

Πολλές σελίδες πάνω στο πώς πρέπει να λειτουργεί ένας εκδοτικός οίκος και πως πλέον το βιβλίο είναι πέρα από πολιτιστικό προϊόν και ένα εμπορικό προϊόν και αυτό δεν είναι κακό μιας κι είναι αναπόφευκτο. Δίνει συμβουλές για το πώς πρέπει να είναι στημένα τα βιβλιοπωλεία και εγώ τον διαβάζω και το μόνο που σκέφτομαι είναι πόσο δύσκολος και απαιτητικός πελάτης θα είναι.

Υπάρχουν ενδιαφέροντα σημεία και ιδέες στο βιβλίο όπως το κατά πόσο τα βιβλία μπορούν να επηρεάσουν την ιστορία και πάνω σ’ αυτό αναρωτιέται αν η επανάσταση στην Κούβα έγινε επειδή ο Κάστρο διάβαζε Μαρξ. Το βασικό πρόβλημα που κάνει το βιβλίο αυτό κουραστικό είναι η επανάληψη. Όλα όσα ανέφερα παραπάνω τα λέει και τα ξαναλέει χωρίς λόγο. Αφήνει μία αίσθηση απελπισίας σχετικά με το πόσα πολλά βιβλία υπάρχουν και πόσο λίγο χρόνο έχουμε αν και λέει ότι το μόνο που μετράει είναι όχι το πόσα βιβλία θα διαβάσουμε αλλά αν το διάβασμα μας κάνει σωματικά πιο ζωντανούς. Μετά το «So many books» ήμουν ένα ράκος.

Monday 6 April 2020

«Πάντα φανταζόμουν τον παράδεισο σαν ένα είδος βιβλιοθήκης» Χόρχε Λουίς Μπόρχες


Με τον Μπόρχες συμφωνεί και ο  Jacques Bonnet και γράφει αυτό το βιβλίο σχετικά με τις βιβλιοθήκες, την αγάπη της ανάγνωσης και διάφορα ανέκδοτα περί αυτών. 9 αρκετά ενδιαφέροντα κεφάλαια όπου μαθαίνουμε πολλές ιστορίες όπως το μύθο για τον Charles Valentin Arkan που καταπλακώθηκε από τη βιβλιοθήκη του και πέθανε. Φαντάζομαι τη μαμά μου κάθε πρωί να χαίρεται που δε με έβρισκε θαμμένη κάτω από τα μίκυ μάους, τα Αστερίξ και την Ελληνική Μυθολογία που επέμενα να κατοικούν στα ράφια πάνω από το κεφάλι μου κυρίως για εύκολη πρόσβαση.

Συλλέκτες που επικεντρώνονται σε συγγραφείς που το επίθετό τους αρχίζει από Β ή έχουν το ίδιο μικρό όνομα με τον συλλέκτη. Μανιακοί αναγνώστες που διαβάζουν και κρατούν ό,τι πέσει στα χέρια τους. Εμείς οι υπόλοιποι που αγοράζουμε ό,τι μας αρέσει, όποιο εξώφυλλο μας γυαλίσει, δεχόμαστε ό,τι μας χαρίζουν ή έχουμε την τύχη να δουλεύουμε σε βιβλιοπωλεία και να παίρνουμε κοψοχρονιά ό,τι είναι σε καλή κατάσταση.

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΓΕΜΑΤΕΣ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ
Φυσικά εδώ προκύπτει το πρώτο θέμα του πώς θα τα χωρέσουμε όλα στο σπίτι μας. Η λύση είναι βιβλιοθήκες και ράφια που στο πέρασμά τους εκτοπίζουν πίνακες, μπιμπλό και άδειους τοίχους. Δεύτερο θέμα και πιο σοβαρό (ακόμα και για μας που δεν διαθέτουμε 40.000 τόμους) αυτό της ταξινόμησης. Το παν είναι να μπορείς να βρεις ένα βιβλίο όταν το χρειάζεσαι. Διάφοροι τρόποι και διάφορες σχολές με αγαπημένες αναφορές τη συντηρητική κυρία βικτωριανής κοινωνίας που δεν γειτνιάζει άνδρες και γυναίκες συγγραφείς παρεκτός αν είναι παντρεμένοι ή ο ήρωας του «Χάρτινου Σπιτιού» που δεν βάζει δίπλα δίπλα συγγραφείς που δεν τα πήγαιναν καλά στην πραγματική τους ζωή. Ο Jacques μιλά και για την ταξινόμηση των cds και dvds ενώ σήμερα εμείς οι hipsters ταξινομούμε κατά είδος και μετά αλφαβητικά τα βινύλιά μας. Ίδιο πράγμα.

Κι αφού ταξινομήσουμε τη δική μας βιβλιοθήκη με τον τρόπο που θεωρούμε τον καλύτερο υπάρχει ο κίνδυνος να γίνουμε πολύ επικριτικοί και παρεμβατικοί όποτε επισκεπτόμαστε άλλα σπίτια και θέλουμε να διορθώνουμε τα ανάποδα βιβλία στη βιβλιοθήκη ή να σχολιάζουμε τη λάθος (κατ’ εμάς) σειρά. Μεγάλη χαρά μου έδωσε πρόσφατα ο φίλος μου ο Αντρέας που μετακόμισε και μου ανέθεσε την οργάνωση των βιβλίων του. Έκτοτε, όποτε πάω σπίτι του κοιτάζω τις βιβλιοθήκες του "στα μάτια" μη μου έχει χαλάσει τη σειρά.

Ο Bonnet μιλά ακόμα για τα βιβλία που κάθονται χρόνια στα ράφια και τα θυμάσαι εντελώς τυχαία την ώρα του ξεσκονίσματος ή σε φάση καραντίνας που και ξεσκονίζεις πιο συχνά και χαζεύεις τη βιβλιοθήκη σχεδόν καθημερινά και επιτέλους τα εντοπίζεις. «Η αλήθεια είναι ότι ξεχνάμε το μεγαλύτερο μέρος όσων διαβάζουμε» έτσι όπως τα λέει παθαίνω κι εγώ. Μιλάς για ένα βιβλίο χρόνια μετά την ανάγνωσή του και το συστήνεις ανεπιφύλακτα στο  φίλο σου μόνο επειδή θυμάσαι ότι σου άρεσε και σου άφησε μια ωραία αίσθηση. Επίσης συμβαίνει αν ξαναδιαβάσεις ένα βιβλίο να σου δώσει τελείως καινούριες πληροφορίες που είχες παραμελήσει ή να σε απασχολήσουν άλλοι χαρακτήρες ή να σου φανεί τελικά πιο βαρετό από ό,τι θυμόσουν και να παίρνεις το φίλο σου να ζητήσεις συγγνώμη για τη σύσταση.

30 ΜΑΪΟΥ 2017: ΝΕΑΝΙΚΗ- ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ | αntidotoΠώς και πού διαβάζουμε? Παντού και σε οποιαδήποτε στάση θα πει ο Bonner  και θα συμφωνήσω ότι υπάρχουν βιβλία που θυμάσαι πού ακριβώς τα διάβασες ή σε ποια ψυχολογική κατάσταση ήσουν. Από τα πρώτα βιβλία που θυμάμαι πολύ έντονα είναι «Η αόρατη σελίδα» της Άλκης Γουλίμη που διάβαζα στην καμπίνα του πλοίου εν πλω προς νησάκι για οικογενειακές διακοπές με τους γονείς και τον αδελφό μου και ήμουν απόλυτα χαρούμενη. Φυσικά δεν θυμάμαι τίποτα από την ιστορία του βιβλίου παρά μόνο πάρα πολύ έντονα το εξώφυλλο της σκληρόδετης έκδοσης.


Λίστες: εγώ καταγράφω τα βιβλία που έχω διαβάσει, ο Bonnet τα βιβλία που θέλει να διαβάσει, ο αδελφός μου τα βιβλία που έχει στην κατοχή του και ο Χένρυ Μίλλερ τους ανθρώπους που του έχουν χαρίσει βιβλία. Όλες εξαιρετικές!

Στο «Βιβλιοθήκες γεμάτες φαντάσματα» αναλύεται η ιδέα ότι στα βιβλία έχουμε αληθινά και φανταστικά πρόσωπα και στην ουσία τα πρώτα είναι οι ήρωες των βιβλίων και τα δεύτερα οι συγγραφείς τους. Ξέρουμε πολλά για τον Οδυσσέα, τον Αινεία ή τον Δον Κιχώτη αλλά ελάχιστα για τον Όμηρο, τον Βιργίλιο ή τον Θερβάντες. Όντως ξέρουμε πολλά και έχουμε και δικαίωμα να φανταστούμε άλλα τόσα, να ερμηνεύσουμε πράξεις τους, να τους αγαπήσουμε ή να τους μισήσουμε με βάση αυτά που έκαναν. Ενώ με τους συγγραφείς, πολλούς καλύπτει ένα πέπλο μυστηρίου και ακόμα και με σύγχρονούς μας σπάνια γνωρίζουμε πολλά για αυτούς. Πέρα από τις περιπτώσεις που κυνηγούν τη δημοσιότητα, εκφράζουν πολιτικές απόψεις και απογοητεύουν (ονόματα δε λέμε αλλά τη Σώτη και τον Πέτρο κάποτε, όταν παρέμεναν φανταστικοί, τους αγαπούσα πολύ).

Οι κίνδυνοι που απειλούν δημόσιες κι ιδιωτικές βιβλιοθήκες, ο Πεσσόα που δεν έγινε ποτέ βιβλιοθηκάριος, ο Faulkner που ήταν Faukner και τόσα άλλα ενδιαφέροντα γραμμένα από έναν άνθρωπο που είναι ερωτευμένος με την ανάγνωση, τα βιβλία και τη βιβλιοθήκη του. Σε κάποια σημεία γίνεται κουραστικός όπως όταν απαριθμεί όλα τα λεξικά που έχει στην κατοχή του ή αναφέρει άπειρα ονόματα και τίτλους, αλλά καταφέρνει να μεταδώσει την αίσθηση ευτυχίας που δίνουν τα βιβλία, να μας κάνει να ζηλέψουμε την πλούσια βιβλιοθήκη του αλλά και να τον θεωρήσουμε λίγο υπερβολικό όταν λέει πως «μακριά από τη βιβλιοθήκη μου νιώθω ανάπηρος».

Wednesday 18 March 2020

Χαριτωμένα και όχι περιστατικά στα φιλανθρωπικά βιβλιοπωλεία της Aγγλίας

Μετά από εφτάχρονη εμπειρία στα φιλανθρωπικά βιβλιοπωλεία της αγγλίας αποφάσισα να καταγράψω τα περιστάτικα που έχουν μείνει στη μνήμη ως τα πιο αστεία, γλυκά, πικρά ή απλώς εξαιρετικά.

666
Ο κύριος που πιστεύει πως σε κάθε κωδικό στο οπισθόφυλλο των βιβλίων κρύβεται ο αριθμός 666 (και όχι το isbn όπως πιστεύαμε μέχρι τώρα). Και με γυμνό μάτι μπορεί κανείς να το δει αλλά ο ίδιος έχει μεγεθύνει πάρα πολλούς τέτοιους κωδικούς και τους έχει κολλημένους στον τοίχο στο σπίτι του και τους έχει μελετήσει. Δεν είναι τυχαίο φυσικά, τα βάζουν επίτηδες έτσι τα νούμερα γιατί κάποιος, κάτι ύποπτο συμβαίνει. Κι η κοπέλα στο ταμείο, με την οποία μοιράστηκε αυτήν την πληροφορία, ήρθε αμέσως να με ενημερώσει πως είναι κατενθουσιασμένη με την καινούρια της δουλειά. Κι αν ο κύριος έχει δίκιο;

Α-Ζ
Image result for amnesty bookshops
Υπάρχει ένας πελάτης που αγοράζει συνέχεια ταξιδιωτικούς οδηγούς. Δεν τον απασχολεί η χρονιά έκδοσης, δεν ξέρω τι τον απασχολεί, το κείμενο; Οι φωτογραφίες; Δεν ξέρω, γιατί δεν μιλάει ποτέ απλά τους αγοράζει. Πρόσφατα άρχισε να αγοράζει και βιβλία μαγειρικής. Και ζαχαροπλαστικής. Και πάλι δεν μπορώ να διακρίνω κάποιο κριτήριο στις αγορές του. Ξέρω όμως ότι είναι πάρα πολλά και με έχει φάει η περιέργεια τι τα κάνει όλα αυτά. Δεν έχει σταματήσει να αγοράζει τους οδηγούς φυσικά. Μάλιστα συνήθως έρχεται κάθε μέρα, διαλέγει τα βιβλία από τις δύο αυτές κατηγορίες, τα βάζει στην άκρη και τα πληρώνει κάθε Παρασκευή. Και πάντα 30 λίρες, όχι παραπάνω. Η περιέργεια μου έχει κορυφωθεί. Τι δουλειά κάνει, τι τα θελει τα βιβλία, πού τα βάζει. Είναι κάπως παχουλός και πάντα κρατάει μια σοκολάτα στο χέρι και μια κοκα κόλα. Εχτές τον έπιασα να κλέβει τον οδηγό για τη Βαρκελώνη και για το Βιετνάμ. Μπορεί να ήθελε να τελειώσει το Β.

Ο Σερ
Στο βιβλιοπωλείο στο μικρό χωριό που δουλεύω έρχεται σχεδόν κάθε μέρα και φορά ένα μακρύ παλτό χειμώνα καλοκαίρι μαύρο. Εγώ τον βρίσκω συμπαθέστατο, διασκεδαστικό και σπιρτόζο. Οι παλιότεροι με προειδοποίησαν να τον προσέχω και να μην του μιλάω και πολύ. Απόρεσα γιατί εγώ τον βρήκα πολύ πιο ενδιαφέροντα από αυτούς που με προειδοποίησαν. Μου μίλαγε για ιστορικά γεγονότα και παλιότερα μεγαλεία, μου είπε για τότε που τον έκαναν Sir και για την πανέμορφη πρώην γυναίκα του, για τα δύο πανέξυπνα παιδιά του και για το πώς ήταν το χωριο πριν πολλά χρόνια. Η γλώσσα που χρησιμοποιούσε ήταν εκλεπτυσμένη και τα ανέκδοτα που έλεγε ήταν σόκιν μιας άλλης εποχής. Ανυπομονούσα να μπει στο μαγαζί. Μετά μου είπαν πως αυτοανακηρύχτηκε Sir μέσω του διαδικτύου και ότι η γυναίκα του τον παράτησε και είναι μέθυσος και φτωχός και εγώ τον αγάπησα ακόμα παραπάνω.

C2 H5 OH
Η μεθυσμένη εθελόντρια. Έπρεπε να το είχα φανταστεί μιας και ήρθε στο μαγαζί για να εκτίσει την ποινή της για μεθυσμένη οδήγηση. 500 ώρες κοινωνικής εργασίας δεν πρόλαβε να τις ολοκληρώσει. Ήταν παραμονές χριστουγέννων και ήρθε αργοπορημένη στη βάρδιά της κρατώντας 3 σειρές φωτεινά λαμπάκια που επέμενε να κρεμαστούν γύρω γύρω στο μαγαζί. Επέμενε, φώναζε, ούρλιαζε, έκλαιγε κι έφυγε τελικά χωρίς να τα κρεμάσει. Την ξαναείδαμε στο χριστουγεννιάτικό εορταστικό δείπνο στην πιτσαρία της γειτονιάς. Ήταν καλεσμένη φυσικά αλλά δεν περιμέναμε να έρθει ήδη μεθυσμένη και να σηκωθεί για πρόποση που κατέληξε σε φωνές και κλάμματα. Έφυγε μετά από λίγο ή τη διώξαμε, δεν θυμάμαι με σιγουριά, και εμφανίστηκε ο άντρας της ο οποίος άρχισε να με κατηγορεί γιατί την άφησα εγώ να πιει. Τι να πει κανείς!

Ποίηση
Είχε κάνει κάποτε τηλεοπτική καριέρα και όλοι τον γνώριζαν. Μα και τώρα, 40 χρόνια μετά, όλοι τον γνωρίζουν γιατί διοργανώνει τις ποιητικές βραδιές στο τοπικό βιβλιοπωλείο μας. Πραγματικός διασκεδαστής μαζί με την κόρη του -ηθοποιός κι αύτη με περίσσιο ταλέντο- ξεσηκώνουν το πλήθος κάθε πρώτη Πέμπτη του μήνα. Και ποιος δεν είναι εκεί! Ο ποιητής με το φουλάρι και την κακή άρθρωση, ο συνταξιούχος κηπουρός που θα 'θελε να θα 'θελε να 'ναι στιχουργός, ο hispanoblante νεαρός που όμως δυσκολεύεται να διαβάσει ποίηση στα ισπανικά, η ηλικιωμένη κυρία που έβαλε τα καλά της τα γυαλιστερά  και θρηνεί τη συγχωρεμένη τη μαμά της και τα συγχωρεμένα της τα νιάτα, η ηθοποιός που είχα δει στην Εμανουέλα στο Σόχο και είναι η αγαπημένη όλων χωρίς πόθο και φυσικά εγώ, η ελληνίδα που κρίνει και καταγράφει τα δρώμενα, έχω και βίντεο!

Θέμα βάρους
Όταν δούλευα στο κατάστημα της Διεθνούς Αμνηστίας στην κάπως πιο αναβαθμισμένη περιοχή Kentish Town, κοντά στο Camden, ο κόσμος είχε άλλου τύπου ανησυχίες. Έξαλλη μπήκε κάτοικος της γειτονιάς να ζητήσει από την Αμνηστία να δράσει άμεσα για το θέμα που είχε προκύψει μετά από προσεκτικούς υπολογισμούς της. Αναστατώθηκα για μια στιγμή και την άκουσα προσεκτικά: Η Μεγάλη Βρετανία είναι νησί και το βάρος των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν συν το βάρος των κτιρίων που έχουν κτιστεί είναι μαθηματικά βέβαιο πως θα βουλιάξουν τη γηραιά Αλβιώνα. Δεν παίζεις με αυτά και έτσι αφού έβγαλα την ουρά μου απέξω μιας και δεν έχω αμάξι και μένω σε ένα πολύ ελαφρύ σπίτι, τη διαβεβαίωσα πως θα μεταφέρω τη μελέτη της στα headquarters και εκείνη έφυγε ξαλαφρωμένη. 

Αυτά τα λίγα για την ώρα, θα επανέρχομαι με περισσότερα τραγελαφικά εκείνου του μικρού μου κόσμου.